Τον κίνδυνο περαιτέρω συρρίκνωσης του ελληνικού αμπελώνα λόγω της αλματώδους αύξησης των εισαγωγών φθηνών οίνων, που καταγράφουν άνοδο 40%, επισημαίνει η ΚΕΟΣΟΕ, βάσει των στατιστικών δεδομένων της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024.
Για πρώτη φορά στα χρονικά του ελληνικού αμπελοοινικού κλάδου, οι εισαγωγές οίνων (25.512 τόνοι) ξεπέρασαν τις εξαγωγές (25.165 τόνοι), προκαλώντας έντονη ανησυχία για την πορεία του εμπορικού ισοζυγίου του κλάδου.
Οι οινοπαραγωγοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την επιβίωση των συνεταιριστικών και ιδιωτικών οινοποιείων, καθώς και για τη βιωσιμότητα της αμπελοκαλλιέργειας, επισημαίνοντας την έλλειψη ελέγχων από τον κρατικό μηχανισμό. Όπως τονίζουν, η προέλευση των οίνων δεν ελέγχεται επαρκώς, ενώ οι καταναλωτές κινδυνεύουν να παραπλανηθούν από ελληνοποιημένα προϊόντα, τα οποία ενδέχεται να πωλούνται ως ελληνικά χωρίς να είναι.
Υπενθυμίζεται ότι οι συσκευασμένοι οίνοι δεν επιτρέπεται να φέρουν την ένδειξη «Ελληνικό προϊόν» αν περιέχουν εισαγόμενα κρασιά, ενώ στους τιμοκαταλόγους των καταστημάτων εστίασης πρέπει υποχρεωτικά να αναγράφεται η προέλευσή τους, ακόμη και αν σερβίρονται σε καράφα.
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι εγχώρια παραγόμενοι οίνοι πωλούνται σε τιμές κάτω του κόστους παραγωγής, δημιουργώντας εύλογα ερωτήματα για τις συνθήκες διακίνησής τους. Σύμφωνα με τους παραγωγούς, οι τιμές αυτές δεν καλύπτουν ούτε το κόστος της πρώτης ύλης ούτε τα λειτουργικά έξοδα των οινοποιείων, εγείροντας υποψίες για αθέμιτες πρακτικές στην αγορά.
Η ΚΕΟΣΟΕ καλεί την Πολιτεία να ενεργοποιήσει άμεσα τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, ώστε να αποτραπούν φαινόμενα ελληνοποιήσεων και αθέμιτου ανταγωνισμού. Όπως υπογραμμίζει, η προστασία της ελληνικής οινοπαραγωγής είναι κρίσιμη όχι μόνο για τη διασφάλιση του εισοδήματος των αμπελουργών, που πλήττονται περισσότερο από κάθε άλλο κρίκο της αλυσίδας, αλλά και για τη βιωσιμότητα του ίδιου του κλάδου απέναντι σε μια ολοένα και πιο πιεστική αγορά.






