«Η εγκατάλειψη του Νομού Χανίων πρέπει να σταματήσει», επισημαίνει ο καθηγητής Φυσικών Καταστροφών στο Πολυτεχνείο Κρήτης και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Κώστας Συνολάκης με άρθρο – παρέμβασή του στην εφημερίδα «Καθημερινή».
Ο κ. Συνολάκης κάνει λόγο για «αθλιότητα των υποδομών στα Χανιά» και τονίζει ότι «τα προβλήματα που συσσώρευσε η κακοκαιρία είναι μεγάλα και θα πάρει χρόνια να επουλωθούν οι πληγές, ειδικά στη γεωργία».
Αναλυτικά, το άρθρο του διακεκριμένου καθηγητή είναι το ακόλουθο:
«Τα πρόσφατα έντονα καιρικά φαινόμενα στα Χανιά απεκάλυψαν για μία ακόμη φορά πόσο μεγάλη τρωτότητα έχουμε όταν αντιμετωπίζουμε τα καπρίτσια της φύσης.
Είναι πολύ νωρίς να αποφανθούμε πόσο σπάνια ήταν η καταιγίδα «Ωκεανίδα» που έπληξε τη Δυτική Κρήτη, αλλά φαίνεται ότι, μέχρι τώρα, οι ειδικοί πίστευαν ότι παρόμοια συμβάντα επαναλαμβάνονται περίπου κάθε 25 χρόνια. Οι πεδινές περιοχές του νομού δέχθηκαν βροχοπτώσεις που αντιστοιχούν περίπου στο 1/7 των ακραίων βροχοπτώσεων που δέχθηκε το Χιούστον του Τέξας στον τυφώνα «Χάρβεϊ» τον Αύγουστο του 2017.
Η κυβέρνηση έσπευσε να χρεώσει το φαινόμενο στην κλιματική αλλαγή, όπως άλλωστε την καταστροφή στη Μάνδρα και στο Μάτι. Αναρωτιέται, λοιπόν, κάποιος, αφού η κυβέρνηση γνωρίζει καλύτερα από τους επιστήμονες τι είναι κλιματική αλλαγή, γιατί δεν είχε προετοιμαστεί καλύτερα, ώστε να αντιμετωπίσει τις άμεσες συνέπειές της, τις οποίες, όπως διαβεβαιώνει, ήδη εισπράττουμε.
Δυστυχώς, αυτό που είδαμε με την «Ωκεανίδα» είναι ότι παραμένουμε πανελλαδικά ανέτοιμοι για να αντιμετωπίσουμε μια μεγάλη κρίση, είτε από ακραίο φυσικό φαινόμενο ή από ανθρωπογενείς παράγοντες. Φανταστείτε να είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια πυρκαγιά που καίει επί πολλές εβδομάδες ή ένα τσουνάμι που πλημμυρίζει σε έκταση εκατοντάδων μέτρων την ενδοχώρα στη Νότια Κρήτη, ή ένα ρηχό σεισμό με επίκεντρο μέσα σε μια μεγάλη πόλη. Θα αναθεωρούσαμε τη χρήση του όρου βιβλική καταστροφή, που τόσο ελεύθερα χρησιμοποιήθηκε τις τελευταίες ημέρες.
Οι ζημιές στις καλλιέργειες και στα οπωροφόρα δένδρα δεν έχουν ακόμη εκτιμηθεί, είναι πολύ μεγάλες, όπως άλλωστε είναι και στις υποδομές στον νομό Χανίων που είναι άθλιες. Το μεγαλύτερο μέρος του οδικού δικτύου κατασκευάστηκε πριν από τη δικτατορία. Ο Βόρειος Οδικός Αξονας Κρήτης (ΒΟΑΚ) που συνδέει το Ηράκλειο με τα Χανιά ολοκληρώθηκε επί χούντας, και είναι ένας δρόμος χειρότερος και με περισσότερα ατυχήματα αναλογικά με τη χρήση από την παλιά «εθνική» οδό Κορίνθου -Πατρών. Ηταν, λοιπόν, αναμενόμενο ότι θα υπήρχαν μεγάλες καταστροφές στο οδικό δίκτυο, αφού σχεδιάστηκε για άλλες ανάγκες και άλλα φορτία, και μάλλον δεν σχεδιάστηκε για πλημμύρες πεντηκονταετίας. Ηταν εξίσου αναμενόμενο ότι θα κατέρρεαν γέφυρες, αφού φαίνεται πως κανείς δεν είχε ασχοληθεί με την αξιολόγηση της στατικής τους επάρκειας. Αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο είναι ότι ακόμη και κατά τη διαχείριση της κρίσης θα υπήρχαν διχογνωμίες για το αν η Περιφέρεια Κρήτης ή το υπουργείο Υποδομών ήταν υπεύθυνο για διανοίξεις, όπως έγινε στη διένεξη για το ποια υπηρεσία θα αποκαθιστούσε μια σχετικά μικρή κατολίσθηση από τον ΒΟΑΚ, που είχε συμβεί πριν από σχεδόν έξι εβδομάδες. Ο ΒΟΑΚ παρέμεινε, λοιπόν, κλειστός και άνοιξε μαγικά μόνο όταν έκλεισε ή «παλιά εθνική», που είναι ο σχεδόν παραλιακός δρόμος που συνδέει τα Χανιά με τις δυτικές κωμοπόλεις.
Με τη σειρά της, η «παλιά εθνική» έκλεισε με το πέρασμα της «Ωκεανίδας» επειδή κατέρρευσε ένα τμήμα της γέφυρας στον ποταμό Ιορδανό του Πλατανιά. Οι πυλώνες της γέφυρας δεν επηρεάστηκαν και έτσι κατέστη εφικτή η άμεση προσωρινή επισκευή της από τον στρατό, με σιδεροκατασκευή τύπου Μπέλεϊ – για τους πιο παλιούς η νέα γέφυρα μοιάζει με γέφυρα meccano.
Ο τρόπος κατάρρευσης της γέφυρας γεννά το ερώτημα κατά πόσον είχε καταπονηθεί από τη συνεχή διέλευση βαρέων φορτηγών που δεν είχαν την επιλογή να κατευθυνθούν στον ΒΟΑΚ. Δηλαδή, μπορεί η γραφειοκρατική καθυστέρηση και η διχογνωμία για τη διάνοιξη της κατολίσθησης στον ΒΟΑΚ να επιτάχυναν την καταπόνηση και την κατάρρευση της γέφυρας του Πλατανιά. Αυτό τουλάχιστον δείχνει και η κατάσταση του δρόμου από τα Χανιά στον Πλατανιά που γέμισε λακκούβες. Η διαφωνία κράτους/περιφέρειας φαίνεται πως θα στοιχίσει πολλαπλάσια από τη διάνοιξη της κατολίσθησης.
Οσον αφορά την αθλιότητα των υποδομών στα Χανιά, ενδεικτικά, ας ανατρέξουμε στον νέο αερολιμένα του νομού που λειτούργησε πέρυσι. Η επέκταση του υπάρχοντος κτιρίου που είχε λειτουργήσει πριν από περίπου 25 χρόνια στοίχισε περίπου 100 εκατ. ευρώ. Το νέο τέρμιναλ δεν έχει καν γέφυρες αποβίβασης, όπως έχουν μικρά περιφερειακά αεροδρόμια σε κωμοπόλεις της Ασίας, μικρότερες από τα Χανιά και πολλές από αυτές χωρίς τουριστική κίνηση. Οι τουαλέτες παραμένουν με τα ίδια πλακάκια που είχαν πριν, προφανώς με προϋπολογισμό 100 εκατ. δεν υπήρχαν χρήματα για πλακάκια νεότερα εικοσιπενταετίας. Τα κλιμακοστάσια δεν φαίνεται να έχουν τα πλάτη που περιμένει κανείς σε δημόσια κτίρια και οι επιβάτες συνωστίζονται.
Φανταστείτε να φτάνατε με το πλοίο της γραμμής σε λιμάνι στη Μεγαλόνησο και να βγαίνατε έξω με λάντζες, επειδή το πλοίο δεν μπορούσε να προσεγγίσει, έτσι γινόταν στα Χανιά πριν λειτουργήσει το λιμάνι της Σούδας. Οι σύγχρονοι Χανιώτες και οι επισκέπτες ταλαιπωρούνται στο αεροδρόμιο, χειμώνα και καλοκαίρι, όταν βρέχει ή φυσάει, περιμένοντας τα λεωφορεία. Οχι, μη νομίζετε ότι αυτό γίνεται για συντεχνιακούς λόγους, αγνοήστε ότι τα αεροσκάφη σταθμεύουν σε απόσταση περίπου 50 μέτρων από τον αεροσταθμό, η αποβίβαση με τις σύγχρονες λάντζες γίνεται για λόγους ασφαλείας, που προφανώς δεν υφίστανται σε άλλα αεροδρόμια. Το τέρμιναλ υποδέχεται τους επιβάτες πρώτα με σκάλες που ανεβαίνουν, μετά με σκάλες που κατεβαίνουν, σκάλες που δεν είναι κυλιόμενες. Αναρωτιέται κανείς αν ο σχεδιαστής του νέου «αεροσταθμού» είχε ταξιδέψει ποτέ του με αεροπλάνο. Το πιο κωμικοτραγικό είναι ότι το τέρμιναλ παραχωρήθηκε στη Fraport για 40 χρόνια, αφού ολοκληρώθηκαν οι εργασίες επέκτασης, που πληρώθηκαν από ευρωπαϊκούς και δημόσιους πόρους.
Τα προβλήματα που συσσώρευσε η κακοκαιρία είναι μεγάλα και θα πάρει χρόνια να επουλωθούν οι πληγές, ειδικά στη γεωργία. Συγχρόνως, τα Χανιά πρέπει να προσέξουν τον τουρισμό, την άλλη βαριά βιομηχανία του νομού. Τα ερωτηματολόγια που μαζεύουν πανεπιστημιακοί και ερευνητές από το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων (ΜΑΙΧ) από τους επισκέπτες τα καλοκαίρια αναδεικνύουν τρία βασικά παράπονα που μας υποβαθμίζουν: ανεπάρκεια δρόμων, ανεπάρκεια πεζοδρομίων και σκουπίδια.
Και τα τρία είναι αρμοδιότητας του κράτους – θα αντισταθώ στον πειρασμό να σχολιάσω αν είναι αρμοδιότητα του κράτους, της Περιφέρειας, της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή των δήμων. Δεν θα σχολιάσω επίσης γιατί δεν έχει μεριμνήσει η επαναπαυμένη κυβέρνηση των Αθηνών για κατασκευή συγχρόνων αυτοκινητοδρόμων στην Κρήτη. Η εγκατάλειψη του νομού Χανίων πρέπει να σταματήσει, γιατί τα Χανιά στηρίζουν την εθνική οικονομία κατά κεφαλήν περισσότερο από σχεδόν όλους τους άλλους νομούς. Η επίσημη «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» στην οποία βρίσκονται είναι μία ευκαιρία να σκεφθούν οι Χανιώτες τι Χανιά θέλουν και να απαιτήσουν να προχωρήσει το κράτος άμεσα σε αποζημιώσεις για τις καλλιέργειες, σε διανοίξεις σύγχρονων δρόμων, σε έργα αντιπλημμυρικής προστασίας και ανακύκλωσης, και σε έργα καθαρισμού και αποκατάστασης των παραλιών με εμπλουτισμό. Μας αξίζουν καλύτερα».