Λίγες ημέρες έχουν ακόμη μπροστά τους οι εμπορικές επιχειρήσεις, ώστε να φροντίσουν για την έγκαιρη άφιξη των φορτίων τους στη βρετανική αγορά και κυρίως των ευπαθών αγροτικών προϊόντων, ενόψει του brexit την Κυριακή 31 Ιανουαρίου, καθώς αναμένεται ταλαιπωρία και καθυστερήσεις λόγω της συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού φορτίων στις πύλες εξόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως αναφέρει ο εντεταλμένος σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών Incofruit Hellas Γ. Πολυχρονάκης, «οι εμπορικές επιχειρήσεις πρέπει να φροντίσουν για την έγκαιρη άφιξη των φορτίων τους στη Βρετανία αποφεύγοντας τον εγκλωβισμό τους πριν από τα σύνορα εξόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτιμάται ότι θα υπάρξει ταλαιπωρία και σημαντικές καθυστερήσεις. Επίσης οι επιχειρήσεις πρέπει να φροντίσουν και την προπαρασκευή τους για απόκτηση της ιδιότητος του εξαγωγέα κυρίως τελωνειακά».
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι το 2020 είναι ένα μεταβατικό έτος καθώς μετά την 31η Ιανουαρίου, η νέα εμπορική συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Βρετανίας θα είναι καθοριστική, και θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης καθ ‘όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, με προτεραιότητα για τον τομέα των οπωροκηπευτικών την εξασφάλιση ίδιας με την μέχρι σήμερα εμπορικής ροής και ρευστότητας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, οι ελληνικές εξαγωγές φρέσκων φρούτων και λαχανικών προς την Βρετανία ανήλθαν σε 85,1 χιλ. τόνους και 119,9 εκατ. ευρώ μέχρι τον Οκτώβριο του 2019, γεγονός που αντανακλά μείωση του όγκου κατά 14,1% και της αξίας κατά 6,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Η βρετανική αγορά παραμένει η έβδομη αγορά για τους Έλληνες εξαγωγείς φρούτων και λαχανικών, με κυριότερα εξαγόμενα προϊόντα τα επιτραπέζια σταφύλια, τα καρπούζια, τα πεπόνια και τα ακτινίδια.
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε. και δη για το συνολικό αγροδιατροφικό τομέα, ο Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην γενικός γραμματέας του ΥπΑΑΤ, κ. Χαράλαμπος Κασίμης, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, επισημαίνει ότι «δεν μπορούν να εκτιμηθούν».
Κρίσιμο πεδίο για τη χώρα μας στη διαπραγμάτευση για το Brexit αποτελεί και η διαχείριση των Γεωγραφικών Ενδείξεων (προϊόντα ονομασίας προέλευσης ΠΟΠ και γεωγραφικής ένδειξης ΠΓΕ).
Σύμφωνα με τον κ. Κασίμη «κρίνεται αναγκαία η παρακολούθηση της διαμόρφωσης των νέων κανόνων στις εμπορικές συναλλαγές, η επικοινωνία και η ενημέρωση των παραγωγικών και εξαγωγικών φορέων, η αντιμετώπιση των αναμενόμενων τεχνικών εμποδίων αλλά και η ενημέρωση και εκπαίδευση της διοίκησης στα νέα δεδομένα».
Ο ίδιος επισημαίνει ότι πρέπει να προστατευθεί η εύκολη πρόσβαση στην αγορά της Βρετανίας για να μην επηρεαστούν αρνητικά οι εγχώριες εξαγωγές εκεί, καθώς «είναι κρίσιμο μέγεθος για το ίδιο το εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και τη βιωσιμότητα του αγροδιατροφικού τομέα της χώρας μας».
Σημειώνεται ότι μολονότι το γενικό εμπορικό ισοζύγιο Ελλάδας – Βρετανίας είναι αρνητικό για την Ελλάδα, με τάση όμως μείωσης του ελλείμματος τα τελευταία χρόνια, το επιμέρους ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και τροφίμων είναι πλεονασματικό για τη χώρα μας, με αύξουσα μάλιστα τάση. Το 34% από τις συνολικές εξαγωγές μας βρετανική αγορά αφορά αγροδιατροφικά προϊόντα. Η Βρετανία είναι καθαρός εισαγωγέας τροφίμων, καθώς το ισοζύγιό της σε αγροδιατροφικά προϊόντα είναι αρνητικό.
Είναι ιδιαίτερης σημασίας ότι το πλεόνασμα της χώρας μας στο εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και τροφίμων με τη Βρετανία εμφανίζει μια ανοδική πορεία από το 2015 φτάνοντας το 2018 στα 237 εκατ. ευρώ, συμβάλλοντας σημαντικά στην μείωση του συνολικού ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων των τελευταίων ετών. Η ιδιαίτερα θετική αυτή εξέλιξη είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού μείωσης των εισαγωγών και αύξησης των εξαγωγών. Στις εξαγωγές βασικοί πρωταγωνιστές υπήρξαν τα φρούτα, τα λαχανικά (νωπά και μεταποιημένα) και τα παρασκευάσματά τους, καθώς και τα γαλακτοκομικά προϊόντα (τυριά και γιαούρτι).